Κισινέφ

Κισινέφ
Κισνιώφ, Κισνόβιον τό г. Кишинёв

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "Κισινέφ" в других словарях:

  • Λεονάρδος — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Αθανάσιος. Καταγόταν από την Ήπειρο. Ήταν αδελφός του Αλεξάνδρου (βλ. 2.), από τον οποίο μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Πολέμησε στη δυτική Ελλάδα και σκοτώθηκε στο Μεσολόγγι το 1826. 2. Αλέξανδρος. Καταγόταν από την… …   Dictionary of Greek

  • Φωτάκος — (ή Φώτιος Χρυσανθόπουλος, Μαγούλιανα, Αρκαδία 1798 – Τρίπολη 1878). Αγωνιστής και απομνημονευματογράφος της Επανάστασης του 1821. Μετά τις μέτριες σπουδές του σε σχολεία της πατρίδας του, έφυγε (1813) για τη Ρωσία, υπάλληλος σε κάποιο εμπορικό… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»